Γονείς: μέτοχοι των προβλημάτων και συμμέτοχοι στον διάλογο

Κατεβάστε το Κείμενο σε αρχείο pdf

Όλγα Χριστινάκη,
Πρόεδρος Ένωσης Συλλόγων Γονέων Δάφνης Υμηττού

 

Σε μια αναζήτηση της (εκ)παιδευτικής αλήθειας, οι προτάσεις που κατατίθενται στον δημόσιο διάλογο μέσα από το κείμενο για τη Διαμόρφωση Θέσεων για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αποτελούν μια εξαιρετική εφαλτηριακή βάση. Θεωρώ, ωστόσο, ότι ένα από τα προβλήματα που ενέχει κάθε, φιλότιμη ή μη, προσπάθεια αλλαγής του τρόπου θεώρησης της παιδείας είναι ότι δεν λαμβάνει αρκούντως σοβαρά τον παράγοντα της αλληλεπίδρασης του σχολικού περιβάλλοντος με το οικογενειακό. Δεν έχουμε αντιληφθεί ότι ο μαθητής «μοιράζεται» σε σχολείο και οικογένεια και ότι η «σύμπλευση» αυτών των δύο πρέπει να υπάρξει, ούτως ώστε να μη μένει κενό γράμμα –ή ακόμα χειρότερα, συντεχνιακή οπτική– η όποια προσπάθεια γίνεται για αναβάθμιση της παιδείας.

 

Η αλήθεια είναι ότι ένα μεγάλο πρόβλημα στην παιδεία, που δεν έχει, κατά την άποψή μου, αξιολογηθεί σωστά, είναι η μη ισορροπημένη σχέση οικογενειακού και σχολικού περιβάλλοντος. Μια φοβική στάση των εκπαιδευτικών –όχι απρόκλητη, κάθε άλλο θα έλεγα– και μια γενικότερη αρνητική στάση των γονέων, που, όμως, δεν είναι και θαρραλέα απέναντι στον εκπαιδευτικό-βαθμολογητή, δημιουργεί μια υποδαυλίζουσα νοοτροπία για το δημόσιο σχολείο. Οι παραδοχές των αδυναμιών και των δύο πλευρών δεν υπάρχουν και οδηγούμαστε σε μια απαξιωτική περιρρέουσα ατμόσφαιρα.

Θεωρώ ότι το πιο δύσκολο στοίχημα για να κερδηθεί είναι η εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη αμφίπλευρη και αμφίρροπη. Όπως, επίσης, θεωρώ ότι δεν είναι ξεκάθαρο στη δυαδική αυτή σχέση, ποιο είναι το ισχυρό μέρος, αν και θα έπρεπε να είναι το σχολείο, εκείνο που έρχεται να προσθέσει θετικά και να απαλύνει τις όποιες οικογενειακές δυστοκίες. Για να κερδηθεί η εμπιστοσύνη, θα έπρεπε να είχε οικοδομηθεί αυτή ως σχέση, καταρχάς μεταξύ εκπαιδευτικού και πολιτείας, βασισμένη στο ότι όποιος κάνει ευσυνείδητα το λειτούργημά του δεν θα είχε να φοβηθεί κανέναν, με μια ταυτόχρονη αποκήρυξη συντεχνιακών και χαριστικών λογικών για όσους δεν μπορούν να υποστηρίξουν το έργο τους, παρά τις παρεχόμενες σε αυτούς βοήθειες (που δεν υπάρχουν).

Αφήνοντας τις θεωρητικές προσεγγίσεις κατά μέρος, θα ήθελα να προσθέσω τι μου «έλειψε» από το κείμενο, στα περισσότερα σημεία του οποίου υπερθεματίζω, με μια κρυφή ευχή –ως σχήμα οξύμωρο– να μην παραμείνει ένα ακόμα ευχολόγιο:

  1. Προτεραιότητα ο (βιωματικός) σχηματισμός συνειδητότητας ενός ενεργού-συμμετοχικού πολίτη

Θα ήθελα να συμπεριληφθεί ρητά στον σκοπό της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και η καλλιέργεια ενός ενεργού-συμμετοχικού πολίτη. Θεωρώ ότι σε αυτό πάσχουμε ως κοινωνία. Φορτώνουμε τα παιδιά με έναν απίστευτο όγκο τεχνοκρατικής γνώσης –η πλειοψηφία της οποίας καταλήγει στο delete– και το κυνήγι μιας μαθητικής και κατ’ επέκταση επαγγελματικής επιτυχίας, που δεν τους αφήνουμε χρόνο να αναπτύξουν την κριτική τους ικανότητα, την αμφισβήτηση της αυθεντίας και τη δόμηση μιας κοινωνικής συμπεριφοράς, η οποία θα μπορεί να συνυπάρξει με την άποψη της πλειοψηφίας σε πλήρη συνειδητότητα της προσωπικής άποψης και διαφοροποίησης. Η κατεύθυνση της σκέψης και η χειραγώγηση ξεκινάει, δυστυχώς, από πολύ μικρή ηλικία και έχει να κάνει με το τι θέλει ο δάσκαλος και η πλειοψηφία της τάξης να ακούσει. Αντικείμενα που ξυπνάνε τον εσωτερικό μας κόσμο, όπως θεατρική αγωγή, μουσική, φιλαναγνωσία είναι παραγκωνισμένα.

Επίσης, βρίσκω τραγικό το γεγονός ότι η αγωγή του πολίτη είναι περίπου εξομοιωμένη με τα … «δευτερεύοντα» μαθήματα. Βασικές πολιτειολογικές έννοιες  είναι άγνωστες σε έναν μαθητή που μετά από 14 έτη σε σχολικά θρανία –πλέον νωρίτερα– έρχεται να συμμετάσχει σε εκλογικές διαδικασίες θεωρώντας τες κάτι ευτελές και έξω από αυτόν. Η «καταπόντιση» της κοινωνιολογίας έρχεται να συμβάλει περαιτέρω σε αυτό. Θεωρώ ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί καθόλου στην πράξη η σημασία των σωστών εκλογικών διαδικασιών σε μαθητικά συμβούλια, ως ευκαιρία για να μυηθούν τα παιδιά στις δημοκρατικές διαδικασίες και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις της. Αν, όμως, κάθε χρόνο, μέσα από αυτή τη βιωματική πρακτική της εκλογής πενταμελών και δεκαπενταμελών, τα παιδιά μάθαιναν όχι τον «χαβαλέ», αλλά την αξία της ψήφου, τη σημασία της μη διαβλητής διαδικασίας, την αντιμετώπισή τους ως συνομιλητές από τους υπόλοιπους «πυλώνες» του σχολείου κ.ο.κ., ενδεχομένως, η αποχή ή η ρουσφετολογική ψήφος στην ενήλικη ζωή να είχε δεχθεί ένα πλήγμα. Αντιθέτως, και στο συνταχθέν, αναλυτικό κατά τα άλλα, κείμενο, λίγες μόνο αράδες αφορούν σε αυτό το θέμα, οι γνωστές, και κατά τα λοιπά, παραπομπή σε κάποια υπουργική απόφαση.

  1. Επαναπροσδιορισμός της θεώρησης του ρόλου των συλλογικών οργάνων των γονέων

Το ίδιο, πάνω κάτω, περιληπτικό μοτίβο, ακολουθείται και στις σχέσεις γονέων και σχολείου. Ναι μεν… αλλά, θα πω εδώ. Να διευκρινίσω, καταρχάς, ότι όταν υπάρχει τριβή μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων, ξεκινάω, αν και εκπρόσωπος των γονέων, από την οπτική γωνία των εκπαιδευτικών, αναγνωρίζοντας το δυσχερές και πολύπλοκο έργο τους, καθώς και το ότι δεν μπορούμε να απαιτούμε την τελειότητα από κανέναν και ιδίως όταν δεν υπάρχουν κρατικές υποστηρικτικές δομές. Όμως, θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η σχέση συλλόγου γονέων και εκπαιδευτικών και να μην είναι μονομερής. Οι σύλλογοι γονέων, εκτός των όσων αναφέρονται στο κείμενο, είναι και διεκδικητικά όργανα και αλίμονο αν δεν ήταν. Το γεγονός, που δεν το αρνούμαι, ότι πολλοί σύλλογοι απαρτίζονται από γονείς που δεν έχουν τη σωστή οριοθέτηση του ρόλου τους, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να απενεργοποιήσουμε τη δυναμική αυτού του οργάνου. Αντιθέτως, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην καλή συνεργασία και στην ενεργοποίηση όλων των δυνάμεων. Γονείς και εκπαιδευτικοί θα πρέπει να συμπράξουν, ο καθένας στον ρόλο του και, εν κατακλείδι, ακόμα και να συμφωνήσουν έστω ότι διαφωνούν. Και αν στη θεωρία συμφωνούμε όλοι, η πράξη χωλαίνει.

Θα σας προκαλούσα και παρακαλούσα να κάνετε μία τυχαία διερεύνηση αναφορικά με τα πόσα σχολικά συμβούλια γίνονται στα σχολεία ανά έτος (εκ του νόμου προβλέπονται 3 τον χρόνο) και τι θεματολογία αναπτύσσεται σε αυτά. Δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις ο όρος σχολικό συμβούλιο είναι περίπου άγνωστος και για κάποιους διευθυντές απαγορευμένος.  Όσο για τον σχολικό κανονισμό, δεν θυμάμαι περίπτωση, σε όσα σχολεία γνωρίζω να έχει βγει σχολικός κανονισμός, που να κλήθηκαν στη συνδιαμόρφωσή του γονείς και μαθητές. Θα μπορούσα να γράψω έκθεση για την αξία του επιμερισμού της ευθύνης των αποφάσεων… όμως αντιλαμβάνομαι ότι μέσα στα πολλά και ποικίλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η παιδεία, αυτή η προσέγγιση ίσως μοιάζει ήσσονος σημασίας, αν και κατά τη γνώμη μου είναι ζωτικής.

  1. Η υποχρηματοδότηση και η διαχείριση της χρηματοδότησης βασική πληγή της δημόσιας παιδείας

Επίσης, θα ήθελα να αναφερθώ, εκ πείρας, και ως γονέας, αλλά και ως μέλος σχολικών επιτροπών, στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών από τις σχολικές επιτροπές. Καταρχάς, ένα μεγάλο θέμα είναι το ποσό της κρατικής επιχορήγησης. Αλλά και η διαχείριση αυτού του ποσού ασφαλώς αποτελεί αγκάθι. Η πραγματικότητα σε ένα μέσο δημόσιο σχολείο είναι ότι πολλά από τα λειτουργικά έξοδά του δεν καλύπτονται και το πρόβλημα είτε «κουκουλώνεται», είτε καταφεύγουμε στη γνωστή τακτική «γονείς δώστε». Όμως, έτσι είναι πολύ εύκολο να δημιουργούνται σχολεία διαφορετικών ταχυτήτων, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες, αλλά και την ενασχόληση των γονέων. Η υποχρηματοδότηση της παιδείας είναι από μόνη της ένα μεγάλο κεφάλαιο. Φυσικά και θέλουμε βιντεοπροτζέκτορα σε κάθε τάξη, ως αυτονόητη εκπαιδευτική παροχή, αλλά υπάρχουν ακόμα σχολεία που τους μαρκαδόρους για τον ασπροπίνακα τους αγοράζουν γονείς ή που το μάθημα γίνεται με τους, παραδοσιακής αξίας, πίνακες κιμωλίας.

  1. «Καίμε τα άλογα νωρίς»;

Το εκπαιδευτικό σύστημα, θεωρώ, ειδικά στα πρώτα μαθητικά χρόνια, ότι θα πρέπει να κάνει μια εντυπωσιακή μετατόπιση στο να αγαπήσει το παιδί τη μάθηση και το σχολείο, να ενισχυθεί η βιωματική γνώση, να απελευθερωθεί ο εκπαιδευτικός από τον εγκλωβισμό στην πιστή τήρηση του ωρολογίου προγράμματος και να αναπτυχθούν οι δεξιότητες και τα ταλέντα του κάθε παιδιού. Χωρίς να είμαι ειδική, έχω εντοπίσει ότι τα τελευταία χρόνια η «αναβάθμιση» του γνωστικού αντικειμένου στα νηπιαγωγεία, η οποία όμως να έχει επακριβώς προσδιοριστεί, έχει οδηγήσει σε ανομοιογενή προετοιμασία των νηπίων, με αποτέλεσμα να ξεκινάει η Α τάξη με συμμαθητές που μπορεί να μην έχουν καμία προεργασία και άλλους που να κάνουν σύνθετες μαθηματικές πράξεις. Σε κάθε περίπτωση, η μείωση της ηλικιακής εισαγωγής σε γνωστικά αντικείμενα (πχ αγγλικά) με διδακτική προσέγγιση μπορεί να ικανοποιεί το ανταγωνιστικό πνεύμα της αγοράς και των γονέων, αλλά, κατά την άποψή μου, «καίει νωρίς τα άλογα». Φυσικά, παίζει μεγάλο ρόλο η αντίληψη του κάθε εκπαιδευτικού, καθώς, βέβαια, και οι ιδεοληψίες του κάθε γονέα. Σε αυτή τη λογική δεν είμαι σίγουρη αν η προτεινόμενη ενοποίηση νηπιαγωγείων και δημοτικών θα είναι προς τη θετική κατεύθυνση ή μήπως οδηγήσει στο να ξεκινάει όντως η ψυχολογία του «μαθητή» με τις υποχρεώσεις διαβάσματος κλπ από το νηπιαγωγείο. Επίσης, πρακτικά δεν ξέρω πως θα είναι δυνατή αυτή η διοικητική ενοποίηση, καθώς δεν υπάρχει σε πολλές περιπτώσεις δημοτικών και νηπιαγωγείων αριθμητική (ανά δήμο) και χωροταξική ταύτιση.

  1. Διαμόρφωση σχολικού προγράμματος και ελεύθερος χρόνος στην παιδική και πρώτη εφηβική ηλικία

Αναφορικά με τα τρία συστήματα στο Ολοήμερο (πικρή ιστορία), αν το κατανόησα σωστά, στο δεύτερο και τρίτο σενάριο υπάρχει πρόβλεψη για ώρα μελέτης στην κανονική λειτουργία του σχολείου, σε πλήρη απαρτία μαθητών δηλαδή, το οποίο νομίζω ότι είναι και το επιθυμητό. Όπως επιθυμητό είναι να κατανοήσουν αμφότερες πλευρές (εκπαιδευτικοί και γονείς) την αξία του ελεύθερου χρόνου των παιδιών. Η «μάχη» που δόθηκε για το πρόγραμμα «τσάντα στο σχολείο» είναι μια απόδειξη πόσο δρόμο έχουμε ακόμα να διανύσουμε, καθώς βρέθηκαν και γονείς που διαμαρτύρονταν και ήθελαν οπωσδήποτε να μελετάνε τα παιδιά τους το ΣΚ, αλλά και εκπαιδευτικοί που ακολουθούσαν το πρόγραμμα ως «εικονολάτρες», κρατώντας ναι μεν την τσάντα στο σχολείο, αλλά βάζοντας διάβασμα για το ΣΚ και ενίοτε διαγωνίσματα για τη Δευτέρα! Προσωπικά, αν έχω να καταλογίσω κάτι στο πρόγραμμα, είναι που δεν έχουμε καταφέρει ακόμα, ως σύστημα παιδείας, η τσάντα να μένει πάντα στο σχολείο.

Να σημειώσω δε σε αυτό το σημείο πως όταν διαβάζω διάφορες εισηγήσεις ειδικών που γράφουν ότι πχ για την Α τάξη ενδείκνυται χρόνος διαβάσματος στο σπίτι μισής ώρας ημερησίως, γελάω και κλαίω ταυτόχρονα. Είναι οι φορές που αισθάνομαι ότι κανένας ειδικός δεν πρέπει να έχει υπάρξει γονέας. Ειδικά μετά την ένταξη στο ωρολόγιο πρόγραμμα χρήσιμων μαθημάτων, όπως η α και β ξένη γλώσσα, χωρίς όμως συντονισμό της παραδοτέας ύλης μεταξύ των δασκάλων και των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων, έχω ζήσει οικογένειες να ξενυχτάνε πάνω στα βιβλία, μην τυχόν και πάει την επομένη το παιδί αδιάβαστο.

  1. Απεγκλωβισμός της υποχρεωτικής εκπαίδευσης από τον εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα

Στα θέματα της δευτεροβάθμιας, ενώ βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα τη μονοετή προσέγγιση της  Α’ γυμνασίου, αυτή δεν αναλύεται περαιτέρω στο κείμενο, μάλλον εκ παραδρομής. Θα ήθελα μια μεγαλύτερη ανάπτυξη της πρότασης αυτής. Για τη Γ’ Λυκείου θεωρώ ότι ήταν εξαιρετικό το σύστημα που λειτούργησε το προηγούμενο σχολικό έτος και πραγματικά σε βάθος χρόνου θα μπορούσε να πλήξει την παραπαιδεία. Και, επιτέλους, ναι, να πλήξουμε τον εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του σχολείου. Θέλουμε μορφωμένους, καλλιεργημένους, υγιείς και ευτυχισμένους πολίτες.

Κλείνοντας, να ευχαριστήσω την ομάδα που επεξεργάστηκε το κείμενο για τη Διαμόρφωση Θέσεων. Είναι πολλά τα σημεία που διαβάζοντάς τα είπα «ακριβώς» και «επιτέλους» και χαίρομαι ιδιαίτερα για την πρόκληση αυτής της ζύμωσης.

 

Με ειλικρινή εκτίμηση,

Όλγα Χριστινάκη

Πρόεδρος Ένωσης Συλλόγων Γονέων

Δάφνης Υμηττού

Μοιραστείτε το

Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin